– Πνίγεται η γυναίκα μου και δεν ξέρω κολύμπι. Σώσε την και θα σου δώσω €100, λέει ο τύπος.
Βουτάει αμέσως ο ψαράς και με 10 γερές απλωτές φτάνει τη γυναίκα, τη μαγκώνει απ τα μαλλιά και τη βγάζει στην όχθη. Καθώς την αποθέτει στα πόδια του άντρα, λέει:
– Που είναι οι €100 μου;
– Κοίταξε να δεις, λέει ο άντρας: όταν την είδα να βυθίζεται για τρίτη φορά, νόμισα ότι ήταν η γυναίκα μου, αλλά τώρα βλέπω ότι είναι η πεθερά μου…
– Ο ψαράς αναστενάζει και, γυρνώντας προς τον άντρα, ρωτάει: Πόσα σου χρωστάω τώρα;
* * *
Μια κυρία πανάσχημη και μύωπας τριγυρίζει σ`ένα μουσείο με τον άνδρα της (одна дама, некрасивая и близорукая, разгуливает по музею со своим мужем; ο άντρας/ο άνδρας – мужчина; муж) και προσπαθεί να κριτικάρει τα έργα (и пытается критиковать произведения /искусства/; το έργο – дело; произведение, сочинение).
– «Και με αυτό εδώ το τέρας, τι θέλει να πει ο ζωγράφος (а этим вот чудовищем что хочет сказать художник; λέω);», ρωτάει κάποια στιγμή τον άνδρα της (спрашивает вдруг: «в какой-то момент» своего мужа).
– «Μα, χρυσή μου, αυτό δεν είναι πίνακας, είναι καθρέφτης (но золотце мое, это не картина, это зеркало)!», της ψιθυρίζει αμήχανα εκείνος (ей шепчет растерянно тот)!
Μια κυρία πανάσχημη και μύωπας τριγυρίζει σ` ένα μουσείο με τον άνδρα της και προσπαθεί να κριτικάρει τα έργα.
– «Και με αυτό εδώ το τέρας, τι θέλει να πει ο ζωγράφος;», ρωτάει κάποια στιγμή τον άνδρα της.
– «Μα, χρυσή μου, αυτό δεν είναι πίνακας, είναι καθρέφτης!», της ψιθυρίζει αμήχανα εκείνος!
* * *
Ένας κλέφτης αποφασίζει να κλέψει ένα σπίτι πλουσίων (один вор решает обокрасть дом богачей; κλέβω). Το παρακολουθεί, μαθαίνει πότε θα λείπουν (наблюдает за ним, узнает, когда /хозяева/ будут отсутствовать) και το βράδυ εξοπλισμέμος με όλα τα σύνεργα μπαίνει μέσα (и вечером, вооруженный всеми инструментами, заходит внутрь; εξοπλίζω – оборудовать; вооружать; το σύνεργο). Εξουδετερώνει το συναγερμό και εκεί που κλέβει ακούει μια φωνή (отключает сигнализацию и там, где ворует, слышит голос; ο συναγερμός).
– «Ο Ιησούς σε βλέπει και θα σε τιμωρήσει (Иисус тебя видит и накажет; τιμωρώ).»
Ξαφνιασμένος κοιτάει να δει από που έρχεται η φωνή (опешив, смотрит, чтобы увидеть, откуда раздается: «приходит» голос; ξαφνιάζομαι /ξαφνικός – неожиданный, внезапный/) αλλά μη βλέποντας τίποτα συνεχίζει τη δουλειά του (но не увидев ничего, продолжает свое дело). Οπότε σε λίγο ξανακούει τη φωνή να του λέει (но затем спустя короткое /время/ снова слышит голос, говорящий ему):
– «Ο Ιησούς σε βλέπει και θα σε τιμωρήσει.»
Αποφασισμένος να δει από που έρχεται η φωνή βλέπει ένα παπαγαλάκι (намереваясь узнать: «увидеть», откуда раздается голос, видит попугайчика; αποφασίζω – решать, принимать решение; ο παπαγάλος).
– «Εσύ μιλάς και με τρόμαξες (/это/ ты разговариваешь и меня напугал; τρομάζω);»
– «Ναι, εγώ (да, я).»
– «Μπα και πως σε λένε (надо же, и как тебя зовут);»
– «Όμηρο (Гомер).»
– «Όμηρο; Μα καλά τι όνομα είναι αυτό για παπαγάλο (Гомер? Да ладно, что это за имя для попугая);»
– «Γιατί είναι το Ιησούς όνομα για ντόπερμαν (/а/ Иисус что за имя для добермана; γιατί – почему, зачем);»
Ένας κλέφτης αποφασίζει να κλέψει ένα σπίτι πλουσίων. Το παρακολουθεί μαθαίνει πότε θα λείπουν και το βράδυ εξοπλισμέμος με όλα τα σύνεργα μπαίνει μέσα. Εξουδετερώνει το συναργερμό και εκεί που κλέβει ακούει μια φωνή.
– «Ο Ιησούς σε βλέπει και θα σε τιμωρήσει.»
Ξαφνιασμένος κοιτάει να δει από που έρχεται η φωνή αλλά μη βλέποντας τίποτα συνεχίζει τη δουλειά του. Οπότε σε λίγο ξανακούει τη φωνή να του λέει:
– «Ο Ιησούς σε βλέπει και θα σε τιμωρήσει.»
Αποφασισμένος να δει από που έρχεται η φωνή βλέπει ένα παπαγαλάκι.
– «Εσύ μιλάς και με τρόμαξες;»
– «Ναι, εγώ.»
– «Μπα και πως σε λένε;»
– «Όμηρο.»
– «Όμηρο; Μα καλά τι όνομα είναι αυτό για παπαγάλο;»
– «Γιατί είναι το Ιησούς όνομα για ντόπερμαν;»
* * *
Ο Τοτός μπουχτισμένος από τα «μη» και τα «όχι» της μαμάς του, ρωτά τον πατέρα του (Тотос, которому надоели мамины «не смей» и «нет», спрашивает отца; μπουχτίζω – сыт по горло, надоело):
– Μπαμπά, πότε θα είμαι αρκετά μεγάλος για να κάνω ότι μου αρέσει (папа, когда я стану достаточно взрослым, чтобы делать то, что мне нравится?);
Και ο μπαμπάς θλιμμένος απαντά (печальный отец отвечает):
– Δεν ξέρω παιδί μου (не знаю, детка), αλλά κανένας άντρας δεν έχει ζήσει τόσο πολύ (но ни один мужчина не жил так долго; ζώ) μέχρι σήμερα για να μας πει (до сего дня, чтобы нам сказать; λέω)!
Ο Τοτός μπουχτισμένος από τα «μη» και τα «όχι» της μαμάς του, ρωτά τον πατέρα του:
– Μπαμπά, πότε θα είμαι αρκετά μεγάλος για να κάνω ότι μου αρέσει;
Και ο μπαμπάς θλιμμένος απαντά:
– Δεν ξέρω παιδί μου, αλλά κανένας άντρας δεν έχει ζήσει τόσο πολύ μέχρι σήμερα για να μας πει!
* * *
– Πού είναι η εργασία σου; Ρωτάει η δασκάλα (где твоя /домашняя/ работа? спрашивает учительница).
– Κυρία, την έφαγε ο σκύλος μου (госпожа, ее съел мой пес; τρώω).
– Είμαι 19 χρόνια τώρα δασκάλα και περιμένεις να σε πιστέψω (я уже 19 лет учительница и ты ждешь, чтобы я тебе поверила?; πιστεύω);
– Μα είναι αλήθεια κυρία, το ορκίζομαι (но это правда, клянусь). Έπρεπε να τον αναγκάσω αλλά την έφαγε (мне пришлось его заставлять, но он ее съел; πρέπει να – нужно, приходится; αναγκάζω)…
– Πού είναι η εργασία σου; Ρωτάει η δασκάλα.
– Κυρία, την έφαγε ο σκύλος μου.
– Είμαι 19 χρόνια τώρα δασκάλα και περιμένεις να σε πιστέψω;
– Μα είναι αλήθεια κυρία, το ορκίζομαι. Έπρεπε να τον αναγκάσω αλλά την έφαγε…
* * *
Πελάτης: – Το πληκτρολόγιό μου δεν δουλεύει (клиент: моя клавиатура не работает).
Τεχνικός: – Είστε σίγουρος ότι είναι συνδεδεμένο στο πίσω μέρος του υπολογιστή (вы уверены, что она подсоединена к задней стороне компьютера?; συνδέω – связывать, завязывать; соединять, скреплять; το μέρος – часть, доля; сторона; ο υπολογιστής);
Πελάτης: – Όχι, δεν μπορώ να δω από πίσω (нет, я не могу посмотреть сзади; βλέπω).
Τεχνικός: – Πάρτε το πληκτρολόγιο και κάντε 10 βήματα προς τα πίσω (возьмите клавиатуру и сделайте 10 шагов назад; παίρνω; το βήμα).
Πελάτης: – Οκ.
Τεχνικός: – Το πληκτρολόγιο έρχεται μαζί σας (клавиатура движется вместе с вами?; έρχομαι – приходить, прибывать);
Πελάτης: – Ναι (да).
Τεχνικός: – Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι συνδεδεμένο (это значит, что она не подсоединена). Κοιτάξτε εκεί γύρω (посмотрите там вокруг; κοιτάω). Υπάρχει κανένα άλλο πληκτρολόγιο (есть /там еще/ какая-нибудь другая клавиатура?);
Πελάτης: – Ναι, βλέπω ένα άλλο στο γραφείο (да, вижу другую на столе; το γραφείο – письменный стол)… Α! Αυτό δουλεύει (а, та работает)!
Πελάτης: – Το πληκτρολόγιό μου δεν δουλεύει.
Τεχνικός: – Είστε σίγουρος ότι είναι συνδεδεμένο στο πίσω μέρος του υπολογιστή;
Πελάτης: – Όχι, δεν μπορώ να δω από πίσω.
Τεχνικός: – Πάρτε το πληκτρολόγιο και κάντε 10 βήματα προς τα πίσω.
Πελάτης: – Οk.
Τεχνικός: – Το πληκτρολόγιο έρχεται μαζί σας;
Πελάτης: – Ναι.
Τεχνικός: – Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι συνδεδεμένο. Κοιτάξτε εκεί γύρω. Υπάρχει κανένα άλλο πληκτρολόγιο;
Πελάτης: – Ναι, βλέπω ένα άλλο στο γραφείο… Α! Αυτό δουλεύει!
* * *
Τεχνικός: – Πατήστε στο εικονίδιο «ο υπολογιστής μου» που βρίσκεται αριστερά στην οθόνη (кликните: «нажмите» на иконку «мой компьютер», которая находится слева на экране; πατάω – наступать, топтать; нажимать).
Πελάτης: – Αριστερά όπως το βλέπετε εσείς ή εγώ (слева от вас или от меня: «как это видите вы или я»?);
Τεχνικός: – Πατήστε στο εικονίδιο «ο υπολογιστής μου» που βρίσκεται αριστερά στην Οθόνη.
Πελάτης: – Αριστερά όπως το βλέπετε εσείς ή εγώ;
* * *
Πελάτης: – Ναι, γεια σας, με λένε Μάρθα, δεν μπορώ να τυπώσω (да, здравствуйте, меня зовут Марфа, не могу распечатать; τυπώνω). Κάθε φορά μου βγάζει ένα μήνυμα «can’t find printer» (каждый раз мне выдает сообщение «не найден принтер» /англ./; βγάζω – снимать /одежду, обувь/; выводить на экран). Πήρα τον εκτυπωτή και τον έβαλα ακριβώς μπροστά στην οθόνη (я брала принтер и ставила его прямо перед экраном; παίρνω; ο εκτυπωτής; βάζω; η οθόνη), αλλά ακόμα μου λέει ότι δεν μπορεί να τον βρει (но все равно он мне говорит, что не может его найти; βρίσκω – находить)…